Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ

 

 

Σε αντίθεση με την θέση της γυναίκας σε άλλους αρχαίους πολιτισμούς ,  συμπεριλαμβανομένου και εκείνου της Ελλάδας η αιγυπτιακή γυναίκα φαίνεται να απολάμβανε τα ίδια νομικά και οικονομικά δικαιώματα με τον Αιγύπτιο άνδρα , τουλάχιστον στη θεωρία. Αυτό το σκεπτικό ανακλάται στην αιγυπτιακή τέχνη και στις ιστορικές περιγραφές.

 Τα δικαιώματα της γυναίκας στην Αίγυπτο αναφέρονται σε όλους του τομείς της Αιγυπτιακής κοινωνίας από ιδιωτική περιουσία (γη , δούλους , αποθέματα , χρήματα) ως οικονομικές δραστηριότητες (επένδυση).Μπορούσε να διαχειρίζεται τα νόμιμα δικαιώματα της σύμφωνα με τη θέληση της. Είχε ελεύθερη βούληση , μπορούσε να πάρει διαζύγιο , να υιοθετήσει ένα παιδί χωρίς να χρειάζεται την συγκατάθεση άνδρα.

 

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗΝ ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ

 


Το μπάνιο της Βασίλισσας

 


Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά στη Μινωική Κρήτη ήταν η μεγάλη ελευθερία των γυναικών που συμμετέχουν σε κάθε εκδήλωση της κοινωνικής ζωής. Έπαιρναν μέρος σε κάθε είδους εξωοικιακές ασχολίες συμμετείχαν σε επικίνδυνα αγωνίσματα, εξορμούσαν σε κυνηγετικές εκδρομές. Έπαιρναν μέρος στις χορευτικές επιδείξεις.

 


 


Οι Κυρίες με τα γαλάζια

 

Τις ενδιέφερε η περιποίηση του σώματος, του προσώπου, των μαλλιών. Έβαφαν τα χείλια, τα μάτια τους, λέπταιναν τα φρύδια τους και φορούσαν κοσμήματα.

 


                                                                          Παριζιάνα

 


Τα φορέματα προκαλούν έκπληξη γιατί αφήνουν ακάλυπτα τα στήθη, έχουν περίτεχνες ζώνες και πολλούς φραμπαλάδες. Φορούσαν μπερέδες καπελίνα και άλλα καλύμματα στο κεφάλι ενώ τα χτενίσματα ήταν περίτεχνα. Συμπλήρωναν την κόμμωση με ταινίες και δικτυωτά πλέγματα, αφήνoντας μικρές μπούκλες να στεφανώνουν το πρόσωπο.

Η ισοτιμία των γυναικών στην Μινωική Κρήτη φανερώνει μια ανώτερη αντίληψη της ζωής.

 


Μινωική θεότης με τα φίδια, ίσως ιαματική. Από τα Ανάκτορα της Κνωσού. Μουσείο Ηρακλείου (Κρήτης).

 


ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΙΣΡΑΗΛ

 

Όπως και παντού στον αρχαίο κόσμο, η ζωή μιας γυναίκας του Ισραήλ ήταν δομημένη γύρω από τη ζωή στο σπίτι. Συνήθως οι γυναίκες στο σπίτι καλλιεργούσαν ένα είδος κήπου γιατί το πράσινο σπάνιζε στους εξωτερικούς χώρους. Συνήθως οι γυναίκες, εκτός και αν ήταν πλούσιες, θα έπρεπε να επισκέπτονται συχνά την αγορά (η οποία βρισκόταν συνήθως στο εξωτερικό της πόλης) έτσι  ώστε να προμηθευτούν τα αναγκαία. Τα παιδιά ήταν ο απώτερος σκοπός των γυναικών στο Ισραήλ. Όλοι λύπονταν μία γυναίκα η οποία δεν κατάφερνε να γεννήσει τουλάχιστον μια κόρη αν όχι πολλούς γιους. Τα παιδία έχαιραν της ίδιας εκτίμησης από τους γονείς ανεξαρτήτως φύλου , αν και τα αγόρια προτιμούνταν διότι έμεναν μόνιμα στο σπίτι ενώ τα κορίτσια έπρεπε να φύγουν μόλις παντρεύονταν. Ακόμα και οι μητέρες προτιμούσαν να γεννήσουν ένα γιο ο οποίος θα ήταν μόνιμο μέλος της οικογενείας παρά μια κόρη που θα γινόταν μέλος μιας άλλης οικογενείας. Οι κύριες ασχολίες μιας γυναίκας ήταν το μεγάλωμα των παιδιών, το καθάρισμα του σπιτιού, καθώς και το μαγείρεμα.

 

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΣ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ.

 

Ο αρχαίος Εβραϊκός νομικός κώδικας τον οποίο βρίσκουμε στη Βίβλο δυστυχώς υστερεί σε λεπτομέρειες σε σχέση με άλλα αρχαία νομικά συστήματα όπως το Βαβυλωνιακό και το Ρωμαϊκό. Μπορούμε όμως να συγκεντρώσουμε κάποιες γενικές αρχές.

¨      Γάμος ονομαζόταν το να πάρεις μια γυναίκα,

¨      Συμπεριλάμβανε σεξουαλική πράξη

¨      Αν και στον Εβραϊκό νόμο δεν υπήρχε θανατική ποινή για ότι είχε να κάνει με την ιδιοκτησία, αλλά η μοιχεία τιμωρούνταν αυστηρά,

¨      Ο γάμος και η γέννηση τέκνων ήταν απαραίτητη για να χαρακτηριστεί η ζωή μιας γυναίκας πλήρης. Αν αυτή η γυναίκα δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει, μπορούσε να επιτρέψει σε μια υπηρέτριά της να παντρευτεί τον άντρα της υπό την προϋπόθεση ότι η υπηρέτρια μπορούσε να τεκνοποιήσει,

¨      Μια χήρα είχε το δικαίωμα να παντρευτεί τον αδερφό του άντρα της. Εφόσον αυτός ζούσε στην ίδια πόλη,

¨      Η πολυγαμία επιτρεπόταν και ήταν ασυνήθιστη,

¨      Το διαζύγιο ήταν εύκολο για έναν άντρα αλλά εξαιρετικά δύσκολο για μια γυναίκα,

¨      Η ανικανότητα για τεκνοποίηση ήταν η πιο συνήθεις αιτία διαζυγίου,

¨      Η γυναίκα μετακόμιζε στο σπίτι του άντρα της,

¨      Αν και ο άντρας είχε καθαρό αρχηγικό ρόλο, υπήρχε ισοτιμία ανάμεσά τους.

 

Η ΖΩΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

(Ειδικά στην Κλασική Αθήνα)

Η θέση και ο ρόλος της γυναίκας στο κοινωνικό σύνολο πέρασε από διάφορα επίπεδα και είναι πρόσφατοι οι αγώνες που έδωσε το γυναικείο φύλλο για την εξίσωση του με τους άνδρες. Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν θα μελετήσουμε την ζωή και τον ρόλο της γυναίκας στην Αρχαία Ελλάδα. Είναι προτιμότερο να εξετάσουμε την θέση που κατείχε η γυναίκα στην αθηναϊκή κοινωνία της Κλασικής Εποχής μιας και από ιστορικές πηγές που διαθέτουμε μπορούμε να συμπεράνουμε ποια ήταν η ζωή και ρόλος της στην Κλασική Αθήνα. Η Αθήνα για περισσότερο από δυο αιώνες αποτελούσε κυρίαρχη στρατιωτική και πολιτική δύναμη στον ελλαδικό χώρο με αποτέλεσμα να έχουμε μια πλήρη εικόνα της ζωής της γυναίκας την εποχή εκείνη.

Στην Κλασική Αθήνα λοιπόν, ο δήμος των πολιτών χωρίζονταν σε διάφορες κοινωνικές τάξεις μέσα από τις οποίες καθορίζονταν και η θέση της γυναίκας στην αθηναϊκή κοινωνία. Είναι άλλωστε γνωστό, ότι ο πληθυσμός της Αττικής δεν αποτελούνταν εξολοκλήρου από Αθηναίους πολίτες αλλά και από δούλους (αιχμάλωτοι πολέμου) και από μετοίκους (κάτοικοι άλλων πόλεων που δεν ήταν Αθηναίοι πολίτες). Έτσι κατ' επέκταση και ο γυναικείος πληθυσμός ήταν ανομοιογενείς και δεν αποτελούνταν αποκλειστικά από Αθηναίες αλλά υπήρχαν δούλες και γυναίκες μετοίκων και κάθε μια από αυτές τις κατηγορίες γυναικών κατείχαν την δική τους ξεχωριστή θέση στην αθηναϊκή κοινωνία.

Η Αθηναία, δηλαδή η γυναίκα που ήταν σύζυγος ή κόρη Αθηναίου πολίτη, ήταν αρκετά δύσκολο να αποκτήσει την ανεξαρτησία της και παρέμενε πάντοτε υπό την κηδεμονία του πατέρα της ή του νόμιμου κηδεμόνα της, του ''κυρίου'' της όπως λεγόταν. Ακόμα και μετά τον γάμο, που πρέπει να επισημανθεί ότι δεν ήταν επιλογή της νέα γυναίκας, αλλά ένα είδος διακανονισμού, δηλαδή μια προφορική υπόσχεση ανάμεσα στον νόμιμο κηδεμόνα και τον μελλοντικό της σύζυγο, η κηδεμονία της μετατοπιζόταν στον σύζυγο της και αν αυτός αργότερα πέθαινε , κηδεμόνας της καθοριζόταν ο γιος της ή ο πιο κοντινός της συγγενής (π.χ. αδερφός). Συμπεραίνουμε λοιπόν, ότι η Αθηναία ήταν συνεχώς κάτω από την εποπτεία κάποιου άνδρα ο οποίος μεταξύ άλλων διαχειριζόταν και την περιουσία της. Όσο καιρό ήταν ανύπανδρη, το ρόλο αυτό τον είχε ο πατέρα της και αργότερα μετά τον γάμο, η εκμετάλλευση της περιουσίας της γινόταν από τον άνδρα της.

Η συνεισφορά της Αθηναίας γυναίκας στην οικογενειακή περιουσία γινόταν είτε με οικιακά σκεύη, χρυσά κοσμήματα, αρώματα είτε με ακίνητη περιουσία όπως κτήματα που απλά παραχωρούνταν στον γαμπρό να τα εκμεταλλεύεται άλλα χωρίς αυτά να του ανήκουν. Άλλωστε σημαντικές επιγραφές που βρέθηκαν στην Γόρτυνα της Κρήτης, καταγράφουν διάφορους νόμους που σχετίζονται με την θέση των γυναικών στην κοινωνική κατάσταση της εποχής και πιστεύεται ότι ανταποκρίνονται και στην Αθηναϊκή πραγματικότητα. Συγκεκριμένα αναφέρεται εκεί ,ότι αν ο σύζυγος χωρίσει την γυναίκα του, αυτή μπορεί να κρατήσει την περιουσία που έφερε μαζί της πριν τον γάμο, την μισή αγροτική παραγωγή (αν υπάρχει) και τα μισά από ότι έχει υφάνει η ίδια μέσα στο σπίτι. Επιπλέον δικαιούταν να πάρει και κάποια χρήματα από τον σύζυγο της. Σε περίπτωση θανάτου του συζύγου η προίκα της θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για ένα δεύτερο γάμο ενώ αν είχε παιδιά θα μπορούσε να μένει στο σπίτι του άνδρα της και η προίκα της παραχωρούνταν στα παιδιά της .

Η Αθηναία λοιπόν δεν είχε την δυνατότητα να ενεργήσει σαν ενήλικη και να πάρει αποφάσεις για το τρόπο ζωής της ,αφού όπως όριζε ο νόμος είχε σε όλη την διάρκεια της ζωής ένα κηδεμόνα. Στην μόνη περίπτωση που μπορούσε να επέμβει ήταν στην ακύρωση του γάμου της. Αν και είχε την δυνατότητα να παρουσιάσει μόνη της την αίτηση διαζυγίου της (αφού και ο νόμος το επέτρεπε) στον ανώτερο άρχοντα, τις περισσότερες φορές ενεργούσε για αυτήν κάποιος από τους συγγενής της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η γυναίκα του Αλκιβιάδη, ενός σπουδαίου πολιτικού, που μη μπορώντας να αντέξει τις συνεχής απιστίες του συζύγου της, θέλησε να χωρίσει. Αυτή η δυνατότητα, ήταν η μόνη μορφή ανεξαρτησία που κατείχε η Αθηναία μιας και δεν μπορούσε να έχει καμιά άλλη συμμετοχή σε πολιτικές δραστηριότητες. Άλλωστε, όπως είναι γνωστό, ο ρόλος της ως νόμιμη σύζυγος Αθηναίου πολίτη περιοριζόταν στην γέννηση και σωστή ανατροφή των παιδιών για την συνέχιση της οικογένειας και στην διαχείριση (αλλά όχι οικονομική) του οίκου της. Είχε την επίβλεψη των υπηρετριών, κατεύθυνε όλες τις δραστηριότητες μέσα στο σπίτι, αναλάμβανε να εκπαιδεύσει τις δούλες που δεν γνώριζαν να υφαίνουν και είχε την εποπτεία της τροφού που θα μεγάλωνε τα παιδιά της. Πολλά κείμενα αναφέρονται σε συμβουλές προς την μητέρα για την σωστή επιλογή της τροφού-παραμάνας. Ανάμεσα στα άλλα προσόντα που θα είχε η παραμάνα, θα έπρεπε να μην έχει την τάση για νύστα, να είναι υπομονετική και κυρίως σεμνή για να μην προκαλεί το σύζυγο της Αθηναίας.

Η Αθηναία λοιπόν μιας επιφανούς οικογένειας, έμενε συνέχεια στο σπίτι με τις υπηρέτριες, δεν μπορούσε να έχει τίποτα στην πλήρη ιδιοκτησίας της και ο μόνος λόγος για τον οποίο έβγαινε από το σπίτι ήταν για να εκτελέσει τα θρησκευτικά της καθήκοντα προς τους θεούς. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε τον σημαντικό ρόλο που έπαιζαν οι γυναίκες στην κηδεία και στην ταφή ενός συγγενικού προσώπου. Αυτές αναλάμβαναν όλες τις ιεροτελεστίες, απέδιδαν τιμές, μοιρολογούσαν και ντύνονταν με μαύρα ρούχα.

Εκτός όμως από την Αθηναία νομική σύζυγο ενός πολίτη υπήρχαν και οι ‘’παλλακίδες’’ που ήταν φτωχές ελεύθερες Αθηναίες ή δούλες που συνδεόταν ερωτικά με τον σύζυγο της Αθηναίας αλλά δεν είχαν καμιά νομική κατοχύρωση από τον σύντροφο της Αθηναίας. Της περισσότερες φορές η Αθηναία ήταν υποχρεωμένη να ανέχεται την παρουσία της ακόμα και μέσα στο σπίτι της. Αυτό όμως δεν αποτελούσε μοιχεία για τον Αθηναίο πολίτη αφού η μόνη μορφή μοιχείας που ήταν κατακριτέα ήταν η σύναψη ερωτικής σχέση με την σύζυγο ενός άλλου Αθηναίου πολίτη. Αντίθετα αν η σύζυγος απατούσε τον σύζυγο της τότε τιμωρούνταν αυστηρά. Η τιμωρία που της επέβαλε το κοινωνικό σύνολο επικεντρώνονταν στην απώλεια του μοναδικού δικαιώματος, της συμμετοχής της σε θρησκευτικές τελετές, που ήταν και η μόνη πολιτική δραστηριότητα. Επιπλέον πολλές φορές ο σύζυγος της, την τιμωρούσε διώχνοντας την από το σπίτι.

Εκτός από τις Αθηναίες και τις παλλακίδες στην Κλασική Αθήνα, υπήρχαν και πολυάριθμες δούλες (κυρίως αιχμάλωτες πολέμου) που είχαν μόνο οικιακές δραστηριότητες και χρησιμοποιούνταν ως υπηρέτριες ή ως εργάτριες, παράγοντας κάποια προϊόντα που θα μπορούσαν να πουληθούν στην αγορά. Δεν μπορούσαν να παντρευτούν χωρίς την άδεια του αφέντη τους, που τις είχε αγοράσει και στον οποίο ανήκαν εξολοκλήρου. Αυτός είχε την δυνατότητα να τις πάρει ένα για ένα βράδυ στο κρεβάτι του ή να τις παραχωρήσει στους φίλους του μιας και δεν είχαν καμιά μορφή ελευθερίας αφού νοικιάζονταν, πουλιόνταν, αγοράζονταν σύμφωνα με τις καταστάσεις. Αλλά μπορούσαν όμως να ελευθερωθούν μόνο με την εύνοια του ιδιοκτήτη τους.

Στην Κλασική Αθήνα είναι γνωστό ότι διέμεναν, με τις οικογένειες τους, άτομα ξένα στην καταγωγή όμως μόνιμοι κάτοικοι της Αρχαίας Αθήνας. Η ζωή των συζύγων των πλουσίων αυτών ξένων, των ‘’μετοίκων’’ όπως λέγονταν δεν διέφερε σημαντικά από την ζωή των γυναικών των Αθηναίων πολιτών. Έμεναν και αυτές στο σπίτι και φρόντιζαν για την σωστή διαχείριση του οίκου.

Εκτός όμως από τις συζύγους των πλουσίων μετοίκων υπήρχαν και γυναίκες μέτοικοι που εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, χωρίς δική τους οικογένεια. Για να επιβιώσουν έπρεπε να αποκτήσουν χρήματα και ο μόνος τρόπος ήταν να χρησιμοποιήσουν το μόνο πράγμα που διέθεταν, το σώμα τους. Μερικές από αυτές αγοράστηκαν για δούλες και άλλες τις χρησιμοποιούσαν για την απόκτηση της ηδονής. Ορισμένες από αυτές απέκτησαν αρκετά χρήματα και αυτό τους έδωσε το προνόμιο να συμμετέχουν στα συμπόσια κρατώντας συντροφιά στους ισχυρούς άνδρες της εποχής και αυτές ουσιαστικά ήταν οι μόνες ελεύθερες γυναίκες στην Κλασικής Αθήνας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η σχέση της περίφημης ''εταίρας'' (ως ονομάζονταν οι γυναίκες αυτές) Ασπασίας με τον Περικλή που την είχε ερωτευθεί τόσο που χώρισε την νόμιμη σύζυγο του και απέκτησε μαζί της ένα παιδί.

Οι γυναίκες αυτές ζούσαν εξολοκλήρου από την γενναιοδωρία των εραστών τους και είχαν την δυνατότητα να διαχειρίζονται μόνες τους τα εισοδήματα τους κινητά ή ακίνητα. Ήταν ελεύθερες να δεχτούν όποιον ήθελαν στο σπίτι τους του οποίου είχαν και την πλήρη κατοχή, έβγαιναν έξω ελεύθερα και μπορούσαν να παρευρίσκονται σε μέρη προορισμένα μόνο για άνδρες. Η απόκτηση χρημάτων έδωσε δύναμη, ανεξαρτησία και ελευθερία στην εταίρα που μπορούσε να μιλήσει στους άνδρες χωρίς δισταγμούς.

Μελετώντας λοιπόν τις διάφορες κατηγορίες γυναικών στην Αρχαία Ελλάδα συμπεραίνουμε ότι η μόνη ενηλικιωμένη γυναίκα της αρχαιότητας ήταν η εταίρα, μιας και ήταν η μόνη που κατείχε το προνόμιο της ιδιοκτησίας και της διαχείρισης της περιουσίας της. Ήταν δηλαδή ελεύθερη να διαθέτει τον εαυτό της όπως ήθελε και σε όποιον ήθελε χωρίς να πρέπει να λογοδοτήσει σε κανένα. Την ανεξαρτησίας αυτή της εταίρας είναι σίγουρο ότι δεν μπορούσε να την έχει καμία από τις άλλες κατηγορίες γυναικών (Αθηναία, παλλακίδα, δούλα) αφού όλες τους ήταν υπό κηδεμονία ακόμα και στα γεράματα τους. Είναι βέβαιο όμως ότι η εταίρα δεν είχε κοινωνική αποδοχή, όπως η νόμιμη σύζυγος, και η οικονομική συντήρηση του οίκου της εξαρτιόταν από τις ''δωρεές'' των φίλων της που τις περισσότερες φορές όμως δεν ήταν ευκαταφρόνητες. Ένα πράμα όμως είναι σίγουρο, πως παρόλα τα προνόμια ή τις υποχρεώσεις που είχε κάθε μια από τις κατηγορίες των γυναικών, καμιά τους δεν μπορούσε να αποκτήσει την πολυπόθητη συμμετοχή στις πολιτικές δραστηριότητες, δικαίωμα αποκλειστικά των ανδρών της εποχής και κατάκτηση της σημερινής γυναίκας.

 

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΡΩΜΗ

 

Στην αρχαία Ρώμη, τη νομική θέση της γυναίκας χαρακτήριζε η πλήρης υποταγή στην εξουσία πρώτα του πατέρα ή του αδελφού και αργότερα του συζύγου, ο οποίος ασκούσε πατριαρχική εξουσία(patria potestas)πάνω στη σύζυγο. Στα μάτια του νόμου οι γυναίκες ήταν πλάσματα ασθενή(imbeciles).Αυτό τους έδινε σε ορισμένες περιπτώσεις τη δυνατότητα να επικαλούνται ως ελαφρυντικό την άγνοια του νόμου, αλλά τους στερούσε την νομική ικανότητα να υπογράφουν συμβόλαια ή διαθήκες ή να καταθέτουν ως μάρτυρες σε δικαστήρια. Δεν μπορούσαν επίσης να ασκήσουν δημόσιο λειτούργημα. Παρ’ όλα αυτά η κοινωνική θέση της Ρωμαίας Οικοδέσποινας ήταν υψηλή, ακόμη και στους παλαιότερους χρόνους. Βαθμιαία βελτίωσε επίσης την νομική θέση της, απέκτησε περισσότερη ελευθερία, μεγαλύτερη δύναμη. Στη ρωμαϊκή ιστορία, είναι πλήθος τα ονόματα γυναικών  που διακρίθηκαν για τον ισχυρό χαρακτήρα, την ευφυία και την ανάμιξη τους σε πολιτικές ραδιουργίες. 

 

Η ΜΟΔΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΡΩΜΗ

 

Ενδυμασία

Οι γυναίκες φορούσαν ένα χιτώνα που παρουσίαζε ομοιότητες με εκείνου της ελληνικής ενδυμασία και έφτανε μέχρι τα γόνατα. Σύμφωνα με το Fridlander πάνω από αυτό τον χιτώνα φορούσαν έναν άλλο μακρύς χιτώνα που ονομαζόταν stola.Το stola που έφτανε μέχρι τα πόδια συνοδευόταν από ένα μάλλινο μανδύα που λέγονταν palla.Η τοποθέτηση του μανδύα ήταν περίπλοκη εξαιτίας των πολλαπλών στρωμάτων του υφάσματος που χρησιμοποιούταν για διαφορετικά είδη φορέματος .Το pala φοριόταν συνήθως τυλιγμένο γύρο από τους ωμούς και τα χέρια ή χρησιμοποιούταν  για την κάλυψη της κεφαλής. Η συμπλήρωση του ενδυματικού αποτελέσματος πραγματοποιούταν με την επίδεση ενός πέπλου με την βοήθεια αγκραφών στο δεξί ώμο.

 Όπου είναι κατανοητό στην αρχαία Ρωμαϊκή κοινωνία το ειδώς των  ενδυμάτων που φορούσε κάποιος εξαρτιόταν από την κοινωνική του θέση. Το ύφασμα του χιτώνα εξαιτίας των περιορισμένων αποθεμάτων ακριβού υλικού και του μειονεκτήματος της δύσκολης κλητικής προσαρμογής κατά την διάρκεια του κριού χειμώνα. Εξαιτίας τον περιορισμένων επιλογών ο χιτώνας κατασκευαζόταν κυρίως από μαλλί. Το χειμώνα πάνω από τον χιτώνα φορούσαν ένα βαρύ μάλλινο μανδύα εξαιτίας της λεπτότητας του υφάσματος του χιτώνα. Οι  εύπορες γυναίκες που άνηκαν σε υψηλότερες κοινωνικές θέσεις της αρχαίας Ρωμαϊκής κοινωνίας φορούσαν ενδύματα κατασκευασμένα από τέλεια υφάσματα από μετάξι και μουσελίνα ενώ αντίθετα οι γυναίκες των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων περιοριζόταν σε ένα απλό χιτώνα με τρύπες για το κεφάλι και τα χέρια που συγκρατούνταν με την βοήθεια μια ζώνης που τοποθετούνταν στην μέση. ατά περιστάσεις , οι χιτώνες κατασκευάζονται από λίνο ύφασμα , προοριζόμενοι για την χρήση τους το καλοκαίρι , αλλά  εξαιτίας της έλλειψης αρκετής ποσότητας λιναριού εκείνο τον καιρό χρησιμοποιούνταν σπάνια.

 Οι χιτώνες βάφονταν σε διαφορετικά χρώματα , συνήθως ζωηρά  και φωτεινά επειδή οι Ρωμαίοι λάτρευαν τις έντονες ποικίλες χρωμάτων. Οι βαφές που χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή πολύχρωμων χιτώνων παράγονταν από μοβ οστρακοειδή ενώ η βαφή του stola βασίζονταν στα σκούρα χρώματα όπως γκρι , καφέ και άσπρο , αλλά και στα πολύχρωμα για την παρασκευή τον οποίον χρησιμοποιούνταν φυτικές μπογιές.

 Τα κορίτσια φορούσαν έναν απλό χιτώνα συνοδευόμενο από μια ζώνη στην μέση. Όταν έβγαιναν έξω φορούσαν ένα δεύτερο χιτώνα που έφτανε μέχρι  τα πόδια τους.

 

Νυφική ενδυμασία

 

Ο χιτώνας των γυναικών της αρχαίας Ρώμης παρουσιάζει ομοιότητες με το σύγχρονο νυφικό φόρεμα. Για παράδειγμα , η Ρωμαία νύφη φορούσε ένα στενό χιτώνα διακοσμημένο από κοσμήματα και κορδέλες Ο χιτώνας έπρεπε να φτάνει μέχρι τα πόδια ενώ παράλληλα φορούσε και μια ζώνη γύρο από την μέση της η οποία ονομαζόταν η ζώνη του Ηρακλή και συμβόλιζε την διαφυλάξει και προστασία της έγγαμης ζωής.

 Στους γάμους των ανώτερων κοινωνικών τάξεων η νύφη φορούσε ένα πορτοκαλί πέπλο πάνω από το νυφικό χιτώνα ο οποίος ήταν κεντημένος με πέρλες και πολυτίμου λίθους που επιδείκνυε την κοινωνική θέση τον μελλονύμφων 

 Το πέπλο τοποθετούνταν στην κορυφή του κεφαλής μαζί με ένα στεφάνι από λουλούδια που έπρεπε να έχει συλλέξει η νύφη πριν την  έναρξη της τελετής 

   

Συγκρίνοντας τα είδη κόμμωσης , παρατηρούμε πολλές ομοιότητες ανάμεσα στα σύγχρονα στυλ κόμμωσης και σε εκείνα  που επικρατούσαν στην Ρωμαϊκή αρχαιότητα. Οι γυναίκες της Ρώμης έβαφαν  συχνά τα μαλλιά τους συνήθως χρυσοκόκκινα . Πολλές φορές χρησιμοποιούσαν ποστίς τα οποία κατασκευάζονταν από τα μαλλιά τον σκλάβων κοριτσιών , για να ενισχύουν τον όγκο τους ή να τονίζουν το μήκος τους. Ακόμη , συγκρατούσαν  τα μαλλιά τους με διακοσμημένες φουρκέτες ή τα έφτιαχναν μπούκλες.

 

Διάφορα αξεσουάρ

 Οι γυναίκες χρησιμοποιούσανε ομπρέλες ηλίου καθώς και βεντάλιες κατασκευασμένες από φτερά παγωνιού , ξύλο  ή τεντωμένο λινάρι. Τα καπέλα φοριόνταν μόνο από τις δούλες αλλά οι ελεύθερες έπρεπε να καλύπτουν τα κεφάλια τους.

 Είδη καλλωπισμού θεωρούνταν ,η πούδρα , ο άνθρακας ζαφορά. Τα καπέλα φοριόνταν μόνο από τις δούλες αλλά οι ελεύθερες έπρεπε να καλύπτουν τα κεφάλια τους όταν έβγαιναν έξω από την οικία  τους.

Για την συμπλήρωση της εξωτερικής τους εμφάνισης απαραίτητη ήταν η χρησιμοποίηση κοσμημάτων όπως πολύτιμων περιδέραιων , κουμπιών διακοσμημένων και σκουλαρικιών , στα μαλλιά τοποθετούσαν φουρκέτες και φιλές από καθαρό χρυσάφι. Τα χρυσαφένια και μπρούτζινα κοσμήματα χρησιμοποιούνταν από τις γυναίκες τον ανώτερων κοινωνικών τάξεων και ήταν ακριβά. Επίσης διέθεταν καθρέφτες από λουστραρισμένο μέταλλο και όχι από γυαλί για την διευκόλυνση τους κατά την διάρκεια του καλλωπισμού.

 

Είδη Υπόδησης: Οι γυναίκες φορούσαν πολύχρωμα δερμάτινα σανδάλια όταν βρίσκονταν στο σπίτι τους και δερμάτινα παπούτσια εκτός σπιτιού, διακοσμημένα με πέρλες και κοσμήματα ,που πρόσφεραν καλύτερη προστασία για τα πόδια.

 

Bulla: Τα bulla ήταν ειδικά μενταγιόν που φορούσαν στα παιδιά από την ημέρα της γέννησης τους. Περιείχαν ένα φυλαχτό που παρείχε προστασία ενάντιας στο κακό και φοριόταν με αλυσίδα, χορδή ή λεπτή κλωστή. Τα κορίτσια φόραγαν τα bulla μέχρι το βράδυ της ημέρας του γάμου τους, όπου τα bulla  παραμερίζονταν μαζί με τα υπόλοιπα αντικείμενα της παιδικής τους ηλικίας.

 

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΑΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΡΩΜΗ

 

Οι ρωμαϊκοί γάμοι αποτέλεσαν πηγή πολλών εθίμων που διατηρούνται μέχρι τη σημερινή εποχή. Ένα δαχτυλίδι που τοποθετούνταν στο 3ο δάκτυλο του αριστερού χεριού του κοριτσιού, συμβόλιζε τη δέσμευση. Στη γαμήλια τελετή, η νύφη ήταν ντυμένη με λευκό φόρεμα, φορούσε πέπλο και συνοδευόταν από μια παράνυμφο.

Ένα κορίτσι θεωρούνταν έτοιμο για γάμο στην ηλικία των 14ων. Ο πατέρας της επέλεγε το σύζυγό της και κανόνιζε τις απαιτούμενες συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένου και της προίκας με την οικογένεια του γαμπρού. Οι οικονομικές συνθήκες και οι οικογενειακές σχέσεις ήταν πιο σημαντικές από την αγάπη.

Ιδιαίτερη μέριμνα αφορούσε την επιλογή μιας τυχερής μέρας που θα απέτρεπε κακούς οιωνούς. Ο Ιούνιος ήταν ο πιο τυχερός μήνας. Η τελετή που περιελάμβανε θρησκευτικά στοιχεία και η υπογραφή του συμβολαίου του γάμου συνοδευόταν από ένα συμπόσιο προετοιμασμένο για τους φίλους, συγγενείς και επαγγελματικούς συνεργάτες των δύο οικογενειών.

Καθ ’όλη την διάρκεια της ιστορίας του ρωμαϊκού γάμου, η γυναίκα περνούσε από την επίβλεψη του πατέρα στην επίβλεψη του συζύγου ή του πεθερού της αν ήταν ζωντανός. Ο αρχικός πατέρας, ήταν ο pater familias που είχε τον απόλυτο έλεγχο όλων των μελών της οικογένειας. Θεωρητικά, η κυριαρχία αυτή έφτανε ακόμη και σε θέματα ζωής και θανάτου αλλά στην πραγματικότητα περιοριζόταν σε οικονομικά ζητήματα. Ο pater familias κατείχε και έλεγχε τον πλούτο όλης της οικογένειας . Οποιαδήποτε περιουσία κατείχε η γυναίκα, μετά το γάμο της περνούσε κάτω από τον έλεγχο του καινούργιου της συζύγου.

Προς το τέλος της Δημοκρατίας, και κατά  τη διάρκεια της ιστορίας της Αυτοκρατορίας, ένα καινούργιο είδος γάμου έγινε δημοφιλής, στο οποίο η γυναίκα είχε την απόλυτη δικαιοδοσία της περιουσίας της. Ένα τέτοιο σύστημα καθιστούσε το διαζύγιο μια πιο βιώσιμη επιλογή για τις γυναίκες.

Η ανατροφή των παιδιών και διαχείριση του νοικοκυριού ήταν οι πιο σημαντικές δουλειές της γυναίκας. Στις φτωχές οικογένειες, ήταν υποχρεωμένοι να κάνει τις δουλειές του σπιτιού μόνη της, αλλά στις μεσαίες και ανώτερες τάξεις διέθετε υπηρέτες και σκλάβους που τη βοηθούσαν.

Παρά το γεγονός ότι το ρομάντζο ήταν από τους σπανιότερους παράγοντες επιλογής συζύγου, αναπτύσσονται συχνά συναισθήματα αγάπης και στοργής  ανάμεσα στους συζύγους. Η νομική θέση μιας γυναίκας στη Ρώμη δεν ήταν καλύτερη από εκείνη της γυναίκας στην Αθήνα αλλά υπήρχε μια τεράστια διαφορά. Μια Ρωμαία σύζυγος, είχε το ρόλο της οικοδέσποινας όταν ο σύζυγός της είχε φίλους επισκέπτες ενώ ασκούσε μεγάλη επιρροή στη λήψη οικογενειακών αποφάσεων. Αναμφισβήτητα στην επιτάφιο επιγραφή της πρέπει να εγκωμιάζεται η υπομονή και η σεμνότητά της, αλλά πέρα από την επιφάνεια ήταν μια αληθινή γυναίκα.

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΓΑΜΟΥ

 

Ο πρώτος και πιο παραδοσιακός τύπος γάμου ονομαζόταν confarreatio . Αυτός ήταν ο γάμος που περιοριζόταν συνήθως στην τάξη των πατρικίων, των οποίων οι γονείς είχαν επίσης παντρευτεί με  confarreatio. Ο γάμος ήταν μια πολύπλοκη τελετή καθώς απαιτούσε την προεδρία του Flamen Dialis και του Pontifex Maximus  καθώς και την παρουσία 10 μαρτύρων. Η γυναίκα περνούσε κατευθείαν από το Manus του Paterfamilias της σε εκείνο του νέου της συζύγου. Το διαζύγιο του  confarreatio, το diffarreatio, ήταν μια δύσκολη διαδικασία γι΄αυτό και σπάνια. Δεν γνωρίζουμε πολλά για το πως γινόταν το Diffarreatio εκτός από το ότι γινόταν ένα ειδικό είδος θυσίας που προκαλούσε τη διάλυση της σχέσης μεταξύ ενός άντρα και μίας γυναίκας. Μετά θα περνούσε υπό το manus του  paterfamilias της .

Ο 2ος και πιο συνηθισμένος τύπος γάμου ήταν εκείνος στον οποίο το  manus  ονομαζόταν coemptio αναπαριστούσε μια «αγορά» νύφης καθώς ο γαμπρός πλήρωνε nummus usus έναντι της παραλαβής της νύφης. Παρά το ότι αυτή η αγορά δεν ήταν μια αληθινή πώληση, συμβόλιζε τις παραδοσιακές «αγορές» νυφών των παλαιότερων κοινωνιών. Μόνο 5 μάρτυρες απαιτούνταν και η τελετή του γάμου ήταν λιγότερο επίσημη από την comfarreatio, αλλά ακόμη και έτσι η νύφη τοποθετούνταν υπό το manus  του συζύγου.

Ένας 3ος τύπος γάμου ήταν πιο ασυνήθιστος και θεωρούνταν απαρχαιωμένος στο τέλος της Δημοκρατίας. Το usus  ήταν ένας πρακτικός γάμος που δεν απαιτούσε μια αληθινή γαμήλια τελετή. Ήταν μια μεταφορά του manus  υπό την κυριαρχία του συζύγου, μετά από ανήθικη συμβίωση. Υπήρχε προφανώς  ένας έντιμος σκοπός στο ξεκίνημα αυτής της συμβίωσης, ένα adfectus maritalis  . Η μόνη απαίτηση για ένα γάμο usus  ήταν να συγκατοικήσει ο άντρας και η γυναίκα για ένα χρόνο. Τότε μόνο μπορούσε να περάσει η γυναίκα υπό το  manus  του συζύγου της. Αλλά υπήρχε ένα παραθυράκι του νόμου. Αν μέσα στη διάρκεια ενός έτους η γυναίκα ήταν εκτός σπιτιού για 3 διαδοχικές νύχτες δεν μπορούσε να περάσει υπό το manus του συζύγου της.

Υπήρχαν όμως και άλλες συζυγικές ενώσεις που δεν απαιτούσαν την τοποθέτηση των γυναικών κάτω από το manus  του συζύγου. Μία από αυτές, ήταν ο ελεύθερος γάμος. Η σύζυγος είχε την ανεξαρτησία της σαν filiafamilias  στον  paterfamilias. Αν ο πατέρας της ήταν νεκρός  και το είχε ορίσει στη διαθήκη του, θα μπορούσε να είναι suae iuris , δηλαδή υπεύθυνη για τον εαυτό της. Εκείνη, κάτω από το suae iuris  μπορούσε να διαχειρίζεται την  περιουσία της και ακόμη να ξεκινήσει ένα διαζύγιο.

Το concubinatus  ήταν μια ακόμη εναλλακτική λύση στο γάμο. Η παλλακίδα ήταν μια γυναίκα που διατηρούσε τακτικές σεξουαλικές σχέσεις με έναν παντρεμένο άντρα. Συχνά ο άντρας και η παλλακίδα του ζούσαν μαζί αλλά χωρίς το adfectus maritalis  που χαρακτήριζε τους  usus  γάμους. Τα παιδιά που προέκυπταν από τέτοιου είδους σχέσεις δεν ήταν νόμιμα, υποδεικνύοντας ότι η σχέση δεν ήταν νόμιμη επίσης. Αν όμως, το ζευγάρι είχε adfectus maritalis  και δεν υπήρχαν νομικοί αποκλεισμοί, η σχέση μπορούσε να γίνει ένα matrimonium . Το concubinatus  ήταν μια αποδεκτή εναλλακτική λύση εκτός και αν ο paterfamilias έδινε τη γυναίκα ως παλλακίδα επειδή δεν μπορούσε να διαθέσει προίκα γι αυτήν, κάτι που ήταν ιδιαίτερα υποτιμητικό για εκείνον. Παρ ’όλο που δεν ήταν ένας αληθινός γάμος, το contubernium ήταν μια ένωση τύπου γάμου που εφαρμοζόταν κυρίως από  δούλους. Και εδώ, ο καθοριστικός παράγοντας ήταν η συμβίωση. Αυτή η κατάσταση δεν ήταν μόνιμη, αλλά υπήρχε μόνο μέχρι και οι 2 σύντροφοι να κερδίσουν την ελευθερία τους.